Η Hind είχε ήδη χάσει τρεις γιους στον πόλεμο στη Συρία. Έτσι, όταν ο σύζυγος και τα πέντε παιδιά της πήγαν στην αγορά εκείνο το πρωινό και δεν επέστρεψαν ποτέ, ένιωσε ότι χάνει τον κόσμο.
Το χωριό της Hind αποκόπηκε από την πόλη Νταράα λόγω των συγκρούσεων ανάμεσα στους αντάρτες και το στρατό. Καθώς κανείς δεν μπορούσε να μπει ούτε και να φύγει από το χωριό, ο άντρας και τα παιδιά της έκαναν το μόνο που μπορούσαν. Διέφυγαν στο Λίβανο. «Στο χωριό δεν υπήρχε σύνδεση στο διαδίκτυο», μας λέει η Hind. «Ούτε μπορούσαμε να χρησιμοποιήσουμε το τηλέφωνο. Ενώ ήμουν μαζί με την οικογένειά μου συνεχώς, ξαφνικά μια μέρα δεν μπορούσα να δω κανέναν τους. Ήταν πολύ σκληρό.» Η Hind δεν γνώριζε τότε ότι τα πράγματα θα χειροτέρευαν ακόμα περισσότερο, καθώς ήταν έγκυος στη Μαρία.
Θέλοντας απελπισμένα να επανενωθεί με την οικογένειά της, η οποία πλέον είχε βρει ασφάλεια και σταθερότητα στη Γερμανία, η Hind συγκέντρωσε τα χρήματα που της είχαν απομείνει και βρήκε έναν διακινητή. Το ταξίδι της μέχρι τη Σμύρνη ήταν γεμάτο κινδύνους. «Ήμουν μια γυναίκα μόνη, χωρίς κανέναν», θυμάται. «Και πλέον είχα και ένα έκτο παιδί.»
Ώσπου, αργά ένα βράδυ, οι διακινητές είπαν στη Hind ότι επιτέλους είχε έρθει η σειρά της να περάσει το Αιγαίο και να πάει στην Ελλάδα. Προσευχόταν να φτάσει σε ασφαλές έδαφος μαζί με το μικρή Μαρία και να ξαναδεί την υπόλοιπη οικογένειά της.
Για τους 856.723 πρόσφυγες σαν τη Hind που πέρασαν από την Τουρκία στην Ελλάδα το 2015 –με τους μισούς να προέρχονται από τη Συρία, που μαστίζεται από τον πόλεμο– οι κίνδυνοι αυτού του αβέβαιου ταξιδιού δεν ήταν τίποτα μπροστά στην κόλαση που άφησαν πίσω στην πατρίδα τους. Μόνο στο νησί της Λέσβου οι αφίξεις προσφύγων και μεταναστών ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο το 2015, φτάνωντας τα 10.000 άτομα μέσα σε μία ημέρα τον Οκτώβρη. Πρόσφυγες κατέφυγαν και σε άλλα ελληνικά νησιά, όπως η Χίος, η Σάμος, η Λέρος και η Κως, καθώς οι συγκρούσεις σε Συρία, Αφγανιστάν και Ιράκ συνέχισαν να ξεριζώνουν ανθρώπους από τις εστίες τους.
Μόλις έφτασαν στη Λέσβο, η Hind και η Μαρία έγιναν δεκτές στην αγκαλιά του χώρου ανοιχτής φιλοξενίας του πρώην ΠΙΚΠΑ. Εδώ, βρήκαν ζωτικής σημασίας στήριξη και μία στέγη.
«Είμαι τόσο χαρούμενη εδώ», λέει η Hind. «Οι άνθρωποι με αντιμετωπίζουν με καλοσύνη και μου φέρονται πολύ καλά. Αν αρρωστήσω, με επισκέπτονται το βράδυ και το φαγητό είναι καλό. Στη Συρία μερικές φορές δεν είχα αρκετό φαγητό για τα παιδιά μου.»
Στο χώρο ανοιχτής φιλοξενίας του πρώην ΠΙΚΠΑ τα παιδιά παίζουν στις κούνιες, οι μπουγάδες είναι κρεμασμένες σε σχοινιά στερεωμένα στα πεύκα, ενώ μυρωδιές φαγητού απλώνονται από τα παράθυρα της κοινόχρηστης κουζίνας. Μια στρατιά από εθελοντές που προέρχονται από πολλές και διαφορετικές χώρες είναι έτοιμοι να προσφέρουν βοήθεια στους ευάλωτους φιλοξενούμενους.
Στη Hind αρέσει να τραγουδάει και να παίζει κρουστά, ελπίζει δε ότι μια ημέρα θα μπορεί να ράβει φορέματα όπως έκανε στη Συρία. Προς το παρόν, ωστόσο, το μόνο που επιθυμεί είναι να επανενωθεί με την οικογένειά της. Έχουν περάσει σχεδόν δύο χρόνια που είναι χώρια και ο σύζυγός της δεν έχει γνωρίσει ακόμα το έκτο τους παιδί.
«Ελπίζω να ξαναδώ τα παιδιά μου προτού πεθάνω», εξομολογείται. «Δεν θέλω ούτε χρήματα ούτε τίποτα. Θέλω μόνο να είμαι σε ένα ασφαλές μέρος με την οικογένειά μου.»
Μέχρι τότε, η Hind απευθύνει έκκληση στον κόσμο να ανοίξει την αγκαλιά του στους πρόσφυγες από τη Συρία.
«Ελπίζω ότι ο λαός της Ευρώπης θα βοηθήσει τις μητέρες της Συρίας, επειδή έχουν υποφέρει πραγματικά πολλά. Έχασαν τα παιδιά τους, τους συζύγους τους, τις οικογένειές τους και έχουν δει φρικτά πράγματα – παιδιά σκοτωμένα στους δρόμους. Είμαι μητέρα και έχω χάσει τα παιδιά μου. Σας λέω λοιπόν αυτά τα πράγματα στο όνομα όλων των μητέρων της Συρίας.»